Η ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΟΣΕΙΔΩΝΑ
Φύσαγε ο αέρας φωνάζοντας στην πλάση
με το σφύριγμα που κάνει ο νικητής
Φυσούσε ο αερας με μανία να ξεριζώσει
ότι είχε στεριώσει πάνω του ,το ορυκτό βασίλειο
Μάνο τα κύματα σηκώθηκαν να
τον πολεμήσουν από την αρχέγονη θάλασσα
Σηκώνονταν ψηλά και άφριζαν
από το πεδιο της μαχης ,,
Οσο δυνάμωνε ο ασκός τις αέριες μάζες
τόσο αυτά ξεσπάθωναν αφρισμένα
O αέρας αισθανόταν ελεύθερος να κάνει ότι θέλει…
Ήξερε ότι δεν φυλακίζεται
Άλλα πάντα σαν αέρας
πότε δεν είχε λογική σε ότι κάνει..
Τα δένδρα προσκύναγαν παρακαλώντας
στην μανία του άνεμου για να ζήσουν
και τα πτηνά είχαν παρατήσει τις φωλιές τους
και είχαν λουφάξει δίπλα στα ορυκτά βράχια
Είχε χαθεί κάθε αρμονία των βασιλείων
που δεσπόζουν την ζωή
Τα σύννεφα καλπαζαν άλλοτε μαύρα
και άλλοτε λευκά
κατευθυνομενα από την ροή του ανέμου
ενώ η πέτρες και τα χώματα έτριζαν κυλιόμενα
αφού άλλαζαν θέση παρά την θέλησή τους
Τα έβαλε ο Αίολος με τον Ποσειδώνα
Άντε τώρα να δαμασει ο τριανοφορος
το τρελό παιδί του που νομίζει
ότι είναι υπερόπτης των πάντων
Τα ανθρωπινά συναισθήματα
παρακολουθουσαν την μάχη
και σε όλους τους ανθρώπους της περιοχής
ήταν έκδηλη η ανησυχία μεταφραζομενη
Άλλη φορά σε φοβο και άλλη φορά
σε ετοιμασίες να περιορίσουν το κακό,,,
Αλλοι μάζευαν ότι μπορούσαν να απογειωθούν
από την μανία του αέρα ..
Άλλοι σκέφτονταν .τι θα μπορούσε
να ξεκολλήσει από το βίο τους
και άλλοι έπιαναν στασίδι καρτερίας
Γιατι ήξεραν
ότι ο Ποσειδώνας θα δαμάσει τον γιο του
Μπόρα είναι θα περάσει,έλεγαν συγκαταβατικα
Μια φράση που δαμάζει
τα ένστικτα του φόβου προσωρινά
Άλλα τα αποκαΐδια πάλι το δύσμοιρο
σώμα θα τα μαζέψει ..
πάλι από την αρχή ότι έχτιζες ..
εμπειρία γενεών
Μια καλα καλυπτόμενη έννοια του χρόνου
που σε κάνει
να δέχεσαι σαν πρότυπο ανθρώπου
τον Σίσυφο
Ο ψαράς ο Κωστής
κάθονταν ήρεμος και συλλογιζόταν
Την στέγη του την είχε μισοπαρει
ο ελαφρόμυαλος άνεμος
Άλλα ο Κωστής καθισμένος αγέροχα
σαν να μην βρισκόταν σε αυτό τον χρόνο
στην ψάθινη καρεκλά του
ακουμπισμένα τα χεριά του
σήκωναν το στρογγυλό κεφάλι του σαν την γη
Είχαν φύγει τα δασώδεις μαλλιά του
και τωρα εμοιζε
σαν γεωφυσικός χάρτης της υδρογείου σφαιρας
θα σηκωθώ αναφωνεί
Έτσι θα γίνει
θα πάω στην παραλία
.θα μπω στην βάρκα
τα συναισθήματα του δεν άντεξαν
αυτή την απόφαση
και άρχισαν τις ατελείωτες σκέψεις
Τι κάνεις ??
δεν θα πας και αν αυτό
και αν εκείνο και αν αν αν
χτίζοντας ένα τεράστιο φορτίο σκέψεων
που τον καθιστούσαν αδύνατο
να σταθεί στα πόδια του,
έκανε να σηκωθεί ..
Αλλα τα πόδια αδύνατον να τον στηρίξουν
ενώ οι σκέψεις έχτιζαν ανενόχλητα
στο ΑΝ ΑΝ ΑΝ ΑΝ ΑΝ αν αν
Εγώ θα πάω το πήρα απόφαση ,,
και μονομιάς σηκώνεται ξεγελώντας
το βάρος των αισθήσεων
Μόλις βγαίνει στην πόρτα
ο αέρας που φυσούσε
με μιας πήρε τα ΑΝ ΑΝ ΑΝ ΑΝ
και ένιωσε ανάλαφρος
Τώρα άλλα σκέφτονταν
πώς να φτάσει στην παραλία
και να επιβιβαστεί στην βάρκα που
θα την έχει πάρει ο άνεμος
Αλλαξε η ροή
των προηγούμενων συναισθηματων
και άρχισαν να συνεργάζονται με το σώμα
πως θα διαβούν στο τώρα
που έθεσε σαν θέσφατο η σκέψη του
η θέση του αφού παρέμεινε σταθερή
Όξω όταν βγήκε ,
τα πράγματα στο τώρα ήταν δύσκολα ..
Ο δρόμος έσκουζε από τις πέτρες που κυλούσαν
και το χώμα του θάμπωνε το βλέμμα
Τα κλαδιά έφευγαν σαν βολίδες για
να πελεκίσουν ότι βρουν στο διάβα τους
Έσπρωχνε η ροή του άνεμου το σώμα
να τον παρεκκλίνει από τον δρόμο
Άλλα αυτος σαν να μην καταλάβαινε τίποτα
,όλα πέρναγαν από δίπλα του
γιατί είχε θέση και δεν τον πείραζαν διόλου
Η κυρα Φροσω που τον είδε από το παράθυρο
Αυτό ποτέ δεν το αποχωριζόταν
Το είχε σαν παρατηρητηριο
Στην γειτονιά την έλεγαν το πρακτορείο ροιτερ
Φώναξε ΕΕΕΕΕ μπάρμπα ΚΩΣΤΗ τρελάθηκες;;;
που πας με τέτοιο καιρό
Άλλα μάταια, Η φωνη της ,χαθηκε στην συχνότητα
που σφυρίζει ο άνεμος
όταν θυμώνει και αισθάνεται ελεύθερος
Έφτασε ο Κωστης στην παραλία,,,
Οι βάρκες, πολλες είχαν γίνει μπάζα
στα σταθερά ορυκτά βράχια
Οι άλλες ,πήγαν να εξερευνήσουν τον βυθό
Κάνα δυο πάλευαν
σαν τα κύματα πάλευαν και αυτές μαζί
σηκώνοντας ψηλά
να σταματήσουν τον λυσσασμένο άνεμο
Η μια ήταν του Κωστή και η άλλη του Λάμπη
Πρέπει να μπω σε μια βάρκα
είπε ο Κωστης
όσο δυνατά και να φώναξε η λαλιά του
αφομοιώθηκε στο σφύριγμα
της συχνότητα του άνεμου
το νόησα Ποσειδωνα κραύγασε
Ένας άνθρωπος
και όχι εσύ
πρέπει να δαμάσει τις άμυαλες
ελευθεριες
που νομίζει ο γιο σου
Ενας άνθρωπος πρέπει να αναλάβει
όταν τρελαίνεται ο άνεμος
που του ξεσηκώνει τα συναισθήματα
με αφρούς υπεροψίας
να τον επαναφέρει στην τάξη της αρμονίας
Τόσους αιώνες εσύ Ποσειδώνα
μου έδωσες τα προς το ζειν
Με δοκιμασίες με αντρείεψες με δοκιμασίες
και τώρα μου διδεις την εντολή να απλωθώ
Σαν την απέραντη θάλασσά σου ..
Να γίνω γνώστης της αλήθεια σου
Η βάρκα του Λαμπη με ένα τεράστιο κύμα
έφτασε διπλά του
Βρεθηκε μέσα χωρίς καν να το καταλάβει
και σαν αδάμαστο άλογο άρχισε
να χλιμιντρίζει μια σηκώνοντας
και μια πέφτοντας στα κυματα
Ειχε κοπεί το παλαμάρι
που κράταγε την βάρκα σε ένα σημείο
Δεν τον ένοιαζε τίποτα εξάλλου
δεν ήταν πια στο χρονικό περιθώριο
του τώρα
βρισκόταν στο ύστερα
Η βάρκα ταχεια χάθηκε στον ορίζοντα
της εμβέλειας του βλεμματος
απλώθηκε
πέρα από τα όρια του εδάφους
έπλεε ανοιχτά στο πέλαγος
Ε κει τα κύματα ήταν πιο συγκαταβατικα
Αραιά και προβλέψιμα
Σήκωσε τα μάτια του στον άνεμο
και απλώνοντας τα χεριά του
φώναξε με όλη του την δύναμη
να υπερισχύσει στην δυνατή
συχνότητα του άνεμου
Αίολε η Ελευθερια δεν επιβάλλεται
αλλά είναι ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΑΑΑΑΑΑ
Την άλλη μέρα. στο παραλιακό χωριό
μαζεύτηκαν οι άνθρωποι
να δουν τι είχε απομείνει
από το τρελό άνοιγμα του ασκού του Αιόλου
Τίποτα δεν θύμιζε ότι πέρασε κάτι
αφού δεν υπήρχαν ενδείξεις
ούτε ενός απλού θροΐσματος
Σε μια γωνιά βρέθηκε πεταμένο
ένα κομμάτι από μια βάρκα
που έλεγε ΛΑΜΠΗΣ
Εεεε Λάμπη η βαρκα σου είναι??
αυτό απόμεινε
Ο Λάμπης κοίταγε ψηλά έναν αετό
που έφερνε βόλτες εξερευνώντας το χωρίο
-- Τι δουλειά έχει ο αετός στη θάλασσα
Είπαν όλοι
Η κυρα Φροσω σαν ροιτερ ξεσκόνισε
από τα κιτάπια των αρχείων της
Αυτός δεν είναι ο αετός που είχε
βρει στην θάλασσα
και τον μεγάλωσε ο Κωστης ???
Για κοιτά βρε τίποτα δεν ξεφεύγει
από την φύση άτυχα
Το πνεύμα του Κωστη έγινε αετός
Ενώ εμάς περιστέρι
που δείχνει τον δρόμο του πνεύματος
Ανακίνησε το κεφάλι του ο Λαμπης
ΣΗΜΑΤΩΡΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια