Συμφωνία των Πρεσπών: Νομική εμπλοκή για την εισαγωγή της στη Βουλή
Αριάδνη Νούκα
Tην 12η Ιανουαρίου 2019 δημοσιεύθηκαν στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» των Σκοπίων τα κείμενα των τεσσάρων τροπολογιών και του συνοδευτικού εφαρμοστικού συνταγματικού Νόμου, που ψηφίστηκαν από τη Βουλή της χώρας, στις 11η Ιανουαρίου.
Tην 12η Ιανουαρίου 2019 δημοσιεύθηκαν στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» των Σκοπίων τα κείμενα των τεσσάρων τροπολογιών και του συνοδευτικού εφαρμοστικού συνταγματικού Νόμου, που ψηφίστηκαν από τη Βουλή της χώρας, στις 11η Ιανουαρίου.
Η δημοσίευση έγινε με την υπογραφή του Προέδρου της Βουλής Ταλάτ Τζαφέρι, καθώς για τη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση Ζάεφ, δεν απαιτείται υπογραφή του Προέδρου της χώρας, Γκιόργκι Ιβάνοφ. Αποδεχόμενοι τη συνταγματική νομιμότητα αυτής της εκδοχής – αν και τίθεται ζήτημα σχετικού συνταγματικού κενού βάσει των διαταξεων 130 και 131 του Συντάγματος των Σκοπίων [παρατίθενται ακολούθως] – ουδόλως ολοκληρώθηκε εκ μέρους των Σκοπίων η διαδικασία κύρωσης της Συμφωνίας, κατά τις διατάξεις του Συντάγματος της χώρας και ως εκ τούτων δεν εκπληρώθηκε η υποχρέωση των Σκοπίων για ολοκλήρωση των εσωτερικών νόμιμων διαδικασιών βάσει των σχετικών διατάξεων της Συμφωνίας των Πρεσπών .
Ειδικότερα :
Η συμφωνία των Πρεσπών που υπεγράφη μεταξύ Ελλάδος-Σκοπίων προβλέπει ορισμένα στάδια για να τεθεί σε ισχύ. Από την πλευρά των Σκοπίων κύρωση της συμφωνίας από το κοινοβούλιο, ενημέρωση της Ελληνικής Δημοκρατίας, προαιρετικό δημοψήφισμα, συνταγματικές τροποποιήσεις μέχρι το τέλος του 2018 και ενημέρωση της Ελληνικής Δημοκρατίας επί όλων των ανωτέρω και στη συνέχεια από την Ελληνική Δημοκρατία κύρωση της συμφωνίας. Και τα δύο κράτη μετά την ολοκλήρωση των εσωτερικών τους διαδικασιών οφείλουν να ενημερώσουν σχετικά το ένα το άλλο γραπτώς εντός δύο εβδομάδων και η συμφωνία τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία λήψεως της τελευταίας γνωστοποίησης από το οικείο μέρος.
Ειδικότερα, τα στάδια ολοκλήρωσης της συμφωνίας οριοθετούνται στο άρθρο 1§4 της Συμφωνίας, όπου προβλέπεται επί λέξει:
Με την υπογραφή της παρούσας Συμφωνίας τα μέρη θα προβούν στα ακόλουθα βήματα
Α) Το Δεύτερο Μέρος χωρίς καθυστέρηση θα καταθέσει τη Συμφωνία στο Κοινοβούλιό του για κύρωση
Β) Σε συνέχεια της κύρωσης της παρούσας Συμφωνίας από το Κοινοβούλιο του Δεύτερου Μέρους, το Δεύτερο Μέρος θα γνωστοποιήσει στο Πρώτο Μέρος, ότι το Κοινοβούλιό του έχει κυρώσει τη Συμφωνία
Γ) Το Δεύτερο Μέρος εφόσον το αποφασίσει θα διεξαγάγει δημοψήφισμα
Δ) Το Δεύτερο Μέρος θα ξεκινήσει τη διαδικασία των συνταγματικών τροποποιήσεων, όπως προβλέπεται στην παρούσα Συμφωνία
Ε) Το Δεύτερο Μέρος θα ολοκληρώσει in toto τις συνταγματικές τροποποιήσεις έως το τέλος του 2018
Ζ) Μόλις το Δεύτερο Μέρος γνωστοποιήσει την ολοκλήρωση των προαναφερομένων συνταγματικών τροποποιήσεων και όλων των εσωτερικών νομικών διαδικασιών του προκειμένου να τεθεί σε ισχύ η παρούσα
Συμφωνία, το Πρώτο Μέρος θα κυρώσει χωρίς καθυστέρηση την παρούσα Συμφωνία
Από τις ως άνω διατάξεις της Συμφωνίας προκύπτει σαφώς και ρητώς, ότι προκειμένου να εισαχθεί στην ελληνική Βουλή η Συμφωνία των Πρεσπών προς κύρωση, πρέπει να ολοκληρωθούν πέρα από τις συνταγματικές τροποποιήσεις και οι εσωτερικές διαδικασίες στα Σκόπια.
Οι συνταγματικές διατάξεις στο γειτονικό κράτος των Σκοπίων που προβλέπουν αφενός τη σύναψη και κύρωση των διεθνών συμβάσεων, και αφετέρου τη διαδικασία των συνταγματικών αλλαγών καθώς για την τυπική διαδικασία κυρώσεως είναι τα άρθρα 118, 119, 130 και 131 και 75.
Το άρθρο 118 του Συντάγματος των Σκοπίων προβλέπει ότι:
Οι διεθνείς συμφωνίες που έχουν κυρωθεί σύμφωνα με το Σύνταγμα αποτελούν μέρος της εσωτερικής έννομης τάξης και δεν μπορούν να τροποποιηθούν από το νόμο.
Το άρθρο 119 του Συντάγματος των Σκοπίων προβλέπει ότι:
Οι διεθνείς συμφωνίες εξ ονόματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας συνάπτονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
Οι διεθνείς συμφωνίες μπορούν επίσης να συνάπτονται από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, όταν αυτή καθορίζεται από το νόμο
Το άρθρο 130 του Συντάγματος των Σκοπίων προβλέπει ότι :
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, η Κυβέρνηση, τουλάχιστον 30 βουλευτές ή 150.000 πολίτες μπορούν να υποβάλουν πρόταση προσχώρησης στην τροποποίηση του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
Το άρθρο 131 του Συντάγματος των Σκοπίων προβλέπει ότι :
Η απόφαση για προσχώρηση στην τροποποίηση του Συντάγματος εγκρίνεται από τη Συνέλευση με πλειοψηφία δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των Εκπροσώπων. Το σχέδιο τροποποίησης του Συντάγματος καθορίζεται από τη Συνέλευση με πλειοψηφία των ψήφων του συνολικού αριθμού των Εκπροσώπων και το θέτει σε δημόσια συζήτηση. Η απόφαση για τροποποίηση του Συντάγματος εγκρίνεται από τη Συνέλευση με πλειοψηφία δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των Εκπροσώπων. Η τροποποίηση του Συντάγματος ανακηρύσσεται από τη Συνέλευση.
Το άρθρο 75 του Συντάγματος των Σκοπίων προβλέπει ότι :
Οι νόμοι διακηρύσσονται με διάταγμα. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Πρόεδρος της Συνέλευσης υπογράφουν το διάταγμα για την έκδοση των νόμων. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να αποφασίσει να μην υπογράψει το διάταγμα για τη διακήρυξη του νόμου. Η Συνέλευση επανεξετάζει εκ νέου τον νόμο και, εάν εγκριθεί με πλειοψηφία των ψήφων του συνολικού αριθμού βουλευτών, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι υποχρεωμένος να υπογράψει το διάταγμα. Ο Πρόεδρος είναι υποχρεωμένος να υπογράψει το διάταγμα, αν σύμφωνα με το Σύνταγμα ο νόμος υιοθετείται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψήφων του συνολικού αριθμού των Εκπροσώπων.»
Από τον συνδυασμό των ως άνω συνταγματικών διατάξεων - 118 και 75 - προκύπτει ότι η υπογραφή διατάγματος νόμου που επικυρώνει μία διεθνή συμφωνία, όπως και κάθε νόμου, λαμβάνει χώρα από τον Πρόεδρο του γειτονικού Κράτους, Γκεόρκι Ιβάνοφ και επιπρόσθετα από τον Πρόεδρο της Βουλής Ταλάτ Τζαφέρι, προκειμένου στη συνέχεια να δημοσιευθεί στην “Εφημερίδα της Κυβέρνησης” και να αποκτήσει τυπική ισχύ στο εσωτερικό της χώρας. Η διάταξη του άρθρου 75 είναι σαφής και δεν επιδέχεται παρερμηνείες και ως εκ τούτων σε καμία περίπτωση δεν αρκεί μόνο η υπογραφή του Προέδρου της Βουλής, όπως ο ίδιος είχε δηλώσει πριν μερικούς μήνες, αναφέροντας ότι «Ο Ιβάνοφ έχει τη συνταγματική υποχρέωση να υπογράψει. Όταν εγκριθούν οι συνταγματικές τροποποιήσεις, θα υπογράψω μόνο ο ίδιος τον νόμο και θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Η δήλωση αυτή πραγματοποιήθηκε, λόγω της άρνησης του Προέδρου Ιβάνοφ, να υπογράψει το διάταγμα του νόμου που επικύρωσε τη Συμφωνία των Πρεσπών, τόσο κατά την πρώτη ψηφοφορία τον Ιούνιο 2018, όσο και κατά τη δεύτερη μετά την αναπομπή τον Ιούλιο 2018. Σημειωτέον ότι ο Προέδρος των Σκοπίων αρνήθηκε να υπογράψει επικαλούμενος ότι δεν είχε τηρηθεί η συνταγματική νομιμότητα για τη σύναψη διεθνούς συμβάσεως βάσει των διατάξεων 118 και 119 του Συντάγματος, -παρατίθενται ανωτέρω- .
Το ιδιαίτερα σοβαρό αυτό πρόβλημα, της αδυναμίας σύννομης δημοσιεύσεως του νόμου κυρώσεως της Συμφωνίας των Πρεσπών, είχε επισημάνει και ο ίδιος ο Υπουργός Εξωτερικών Ν. Δημητρόφ κατά τη διάρκεια της τρίτης διαβούλευσης για τις συνταγματικές αλλαγές στις αρχές Δεκεμβρίου στην Ακαδημία Επιστημών και Τεχνών στα Σκόπια, ο οποίος είχε προτείνει να υπάρξει συνταγματική αναθεώρηση και του άρθρου του Συντάγματος που προβλέπει, ότι για τη δημοσίευση νόμου στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης απαιτείται η υπογραφή του Προέδρου της Δημοκρατίας, κατά τέτοιον τρόπο, ώστε αν ο Πρόεδρος δεν υπογράψει νόμο που έχει ψηφισθεί μετά από αναπομπή και ψήφιση από την πλειοψηφία του συνόλου των Βουλευτών, τότε ο νόμος αυτός θα δημοσιεύεται αυτομάτως στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Σχετικές δηλώσεις του είχαν δημοσιευθεί από το πρακτορείο «ΜΙΑ», όπου ο κ. Δημητρόφ είχε δηλώσει τα εξής: «Εδώ υπάρχει μία ακόμα πρόταση που δεν αφορά τη Συμφωνία των Πρεσπών. Πιστεύω ότι οι συντάκτες του Συντάγματος ποτέ δεν προέβλεψαν ότι η “Μακεδονία” θα έχει κάποτε Πρόεδρο που δεν θα τηρήσει την υποχρέωσή του να υπογράψει έναν νόμο που έχει περάσει από το Κοινοβούλιο δύο φορές. Αυτό το Σύνταγμα το αναφέρει ρητά, αλλά σήμερα έχουμε στη “Μακεδονία” μία τέτοια κατάσταση. Ο νόμος κύρωσης της Συμφωνίας με την Ελλάδα πέρασε δύο φορές, αλλά δεν έχει υπογραφεί και δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ίσως πρέπει να υπάρξει μία πρόβλεψη για αυτό, που να λέει, ότι ο νόμος θεωρείται υπογεγραμμένος από τον Πρόεδρο, όταν περάσει από τη δεύτερη ψηφοφορία».
Μάλιστα, κατά τη διαρκεια της ίδιας συνεδρίασης ο Ακαδημαϊκός Βλαντ Κάμποφσκι που συμμετείχε στη διαβούλευση είχε επισημάνει, ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν έχει τεθεί τυπικά σε ισχύ, επειδή ο Πρόεδρος των Σκοπίων αρνείται να υπογράψει τον σχετικό νόμο και πρότεινε στον Συνταγματικό Νόμο που θα ψηφιστεί να περιληφθεί ειδική διάταξη, που να αναφέρει, ότι αυτή η Συμφωνία τίθεται σε ισχύ με την υπογραφή του Προέδρου της Βουλής. Προκειμένου να ξεπερασθεί αυτό το κώλυμα σχετικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών, άλλος καθηγητής, ο Σβέτομιρ Σκάριτς, είχε προτείνει στη διαδικασία της αναθεώρησης του Συντάγματος μια ακόμη τροπολογία που θα αφορούσε την ίδια τη Συμφωνία των Πρεσπών και θα ανέφερε ότι η «Συμφωνία, όπως είναι διατυπωμένη και με όλα τα στοιχεία της, αποτελεί συστατικό στοιχείο της συνταγματικής τάξης της “Δημοκρατίας της Μακεδονίας”», καθιστώντας έτσι τη Συμφωνία μέρος του συνταγματικού ή του νομικού συστήματος.
Αξίζει στο παρόν σημείο να υπομνησθεί, ότι ο Πρόεδρος των Σκοπίων, Ιβάνοφ, τον Μάρτιο του 2018, δεν είχε υπογράψει και έτερο διάταγμα, για το νομοσχέδιο που ψήφισε η Βουλή, το οποίο προβλέπει τη διεύρυνση της χρήσης της αλβανικής γλώσσας στη χώρα, διότι, όπως είχε αναφέρει στο διάγγελμά του, αφενός δεν τηρήθηκαν οι κανονισμοί της Βουλής και αφετέρου λόγω της αντίθεσής του με τις διατάξεις του Συντάγματος της ΠΓΔΜ.
Ηδη στη γειτονική χώρα με αφορμή δύο ανώνυμες καταγγελίες τον περασμένο Οκτώβριο η Εισαγγελία Πρωτοδικών των Σκοπίων ξεκίνησε προκαταρκτική έρευνα σχετικά με τη μη υπογραφή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Γκιόργκι Ιβάνοφ, των προεδρικών διαταγμάτων δύο νόμων: του νόμου για τη χρήση των γλωσσών και του νόμου κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών, με την αιτιολογία ότι η μη υπογραφή των δύο διαταγμάτων από τη μεριά του Προέδρου της χώρας, δεν έχει επιτρέψει τη δημοσίευση των δύο παραπάνω νόμων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των Σκοπίων.
Κατά συνέπεια, μέχρι στιγμής υφίσταται εκκρεμότητα, η οποία θα εκλείψει είτε όταν ο Πρόεδρος Ιβάνοφ θέσει οικειοθελώς την υπογραφή του – σημειωτέον δεν τίθεται κάποιος χρονικός περιορισμός στο Σύνταγμα των Σκοπίων – είτε με την εκλογή νέου Προέδρου των Σκοπίων τον ερχόμενο Απρίλιο και εφόσον αυτός υπογράψει, είτε όταν εξασφαλιστεί η υπογραφή του Προέδρου Ιβάνοφ κατόπιν νομικής διαδικασίας.
Εν κατακλείδι, η έλλειψη σύννομης δημοσίευσης του διατάγματος του νόμου που επικύρωσε τη Συμφωνία των Πρεσπών τον Ιούλιο του 2018, ως τελικό στάδιο των εσωτερικών νομικών διαδικασιών που προβλέπει η Σύμβαση των Πρεσπών, η οποία εξασφαλίζεται αποκλειστικά και μόνο με την ολοκλήρωση των συνταγματικά προβλεπομένων νομικών διαδικασιών εκ μέρους των Σκοπίων - υπογραφή του διατάγματος νόμου από τον Πρόεδρο Ιβάνοφ και δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως - δεν επιτρέπει να εισέλθει στην ελληνική Βουλή η Συμφωνία των Πρεσπών προς κύρωση.
* Η Αριάδνη Νούκα είναι Δικηγόρος
Ειδικότερα :
Η συμφωνία των Πρεσπών που υπεγράφη μεταξύ Ελλάδος-Σκοπίων προβλέπει ορισμένα στάδια για να τεθεί σε ισχύ. Από την πλευρά των Σκοπίων κύρωση της συμφωνίας από το κοινοβούλιο, ενημέρωση της Ελληνικής Δημοκρατίας, προαιρετικό δημοψήφισμα, συνταγματικές τροποποιήσεις μέχρι το τέλος του 2018 και ενημέρωση της Ελληνικής Δημοκρατίας επί όλων των ανωτέρω και στη συνέχεια από την Ελληνική Δημοκρατία κύρωση της συμφωνίας. Και τα δύο κράτη μετά την ολοκλήρωση των εσωτερικών τους διαδικασιών οφείλουν να ενημερώσουν σχετικά το ένα το άλλο γραπτώς εντός δύο εβδομάδων και η συμφωνία τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία λήψεως της τελευταίας γνωστοποίησης από το οικείο μέρος.
Ειδικότερα, τα στάδια ολοκλήρωσης της συμφωνίας οριοθετούνται στο άρθρο 1§4 της Συμφωνίας, όπου προβλέπεται επί λέξει:
Με την υπογραφή της παρούσας Συμφωνίας τα μέρη θα προβούν στα ακόλουθα βήματα
Α) Το Δεύτερο Μέρος χωρίς καθυστέρηση θα καταθέσει τη Συμφωνία στο Κοινοβούλιό του για κύρωση
Β) Σε συνέχεια της κύρωσης της παρούσας Συμφωνίας από το Κοινοβούλιο του Δεύτερου Μέρους, το Δεύτερο Μέρος θα γνωστοποιήσει στο Πρώτο Μέρος, ότι το Κοινοβούλιό του έχει κυρώσει τη Συμφωνία
Γ) Το Δεύτερο Μέρος εφόσον το αποφασίσει θα διεξαγάγει δημοψήφισμα
Δ) Το Δεύτερο Μέρος θα ξεκινήσει τη διαδικασία των συνταγματικών τροποποιήσεων, όπως προβλέπεται στην παρούσα Συμφωνία
Ε) Το Δεύτερο Μέρος θα ολοκληρώσει in toto τις συνταγματικές τροποποιήσεις έως το τέλος του 2018
Ζ) Μόλις το Δεύτερο Μέρος γνωστοποιήσει την ολοκλήρωση των προαναφερομένων συνταγματικών τροποποιήσεων και όλων των εσωτερικών νομικών διαδικασιών του προκειμένου να τεθεί σε ισχύ η παρούσα
Συμφωνία, το Πρώτο Μέρος θα κυρώσει χωρίς καθυστέρηση την παρούσα Συμφωνία
Από τις ως άνω διατάξεις της Συμφωνίας προκύπτει σαφώς και ρητώς, ότι προκειμένου να εισαχθεί στην ελληνική Βουλή η Συμφωνία των Πρεσπών προς κύρωση, πρέπει να ολοκληρωθούν πέρα από τις συνταγματικές τροποποιήσεις και οι εσωτερικές διαδικασίες στα Σκόπια.
Οι συνταγματικές διατάξεις στο γειτονικό κράτος των Σκοπίων που προβλέπουν αφενός τη σύναψη και κύρωση των διεθνών συμβάσεων, και αφετέρου τη διαδικασία των συνταγματικών αλλαγών καθώς για την τυπική διαδικασία κυρώσεως είναι τα άρθρα 118, 119, 130 και 131 και 75.
Το άρθρο 118 του Συντάγματος των Σκοπίων προβλέπει ότι:
Οι διεθνείς συμφωνίες που έχουν κυρωθεί σύμφωνα με το Σύνταγμα αποτελούν μέρος της εσωτερικής έννομης τάξης και δεν μπορούν να τροποποιηθούν από το νόμο.
Το άρθρο 119 του Συντάγματος των Σκοπίων προβλέπει ότι:
Οι διεθνείς συμφωνίες εξ ονόματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας συνάπτονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
Οι διεθνείς συμφωνίες μπορούν επίσης να συνάπτονται από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, όταν αυτή καθορίζεται από το νόμο
Το άρθρο 130 του Συντάγματος των Σκοπίων προβλέπει ότι :
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, η Κυβέρνηση, τουλάχιστον 30 βουλευτές ή 150.000 πολίτες μπορούν να υποβάλουν πρόταση προσχώρησης στην τροποποίηση του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
Το άρθρο 131 του Συντάγματος των Σκοπίων προβλέπει ότι :
Η απόφαση για προσχώρηση στην τροποποίηση του Συντάγματος εγκρίνεται από τη Συνέλευση με πλειοψηφία δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των Εκπροσώπων. Το σχέδιο τροποποίησης του Συντάγματος καθορίζεται από τη Συνέλευση με πλειοψηφία των ψήφων του συνολικού αριθμού των Εκπροσώπων και το θέτει σε δημόσια συζήτηση. Η απόφαση για τροποποίηση του Συντάγματος εγκρίνεται από τη Συνέλευση με πλειοψηφία δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των Εκπροσώπων. Η τροποποίηση του Συντάγματος ανακηρύσσεται από τη Συνέλευση.
Το άρθρο 75 του Συντάγματος των Σκοπίων προβλέπει ότι :
Οι νόμοι διακηρύσσονται με διάταγμα. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Πρόεδρος της Συνέλευσης υπογράφουν το διάταγμα για την έκδοση των νόμων. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να αποφασίσει να μην υπογράψει το διάταγμα για τη διακήρυξη του νόμου. Η Συνέλευση επανεξετάζει εκ νέου τον νόμο και, εάν εγκριθεί με πλειοψηφία των ψήφων του συνολικού αριθμού βουλευτών, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι υποχρεωμένος να υπογράψει το διάταγμα. Ο Πρόεδρος είναι υποχρεωμένος να υπογράψει το διάταγμα, αν σύμφωνα με το Σύνταγμα ο νόμος υιοθετείται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψήφων του συνολικού αριθμού των Εκπροσώπων.»
Από τον συνδυασμό των ως άνω συνταγματικών διατάξεων - 118 και 75 - προκύπτει ότι η υπογραφή διατάγματος νόμου που επικυρώνει μία διεθνή συμφωνία, όπως και κάθε νόμου, λαμβάνει χώρα από τον Πρόεδρο του γειτονικού Κράτους, Γκεόρκι Ιβάνοφ και επιπρόσθετα από τον Πρόεδρο της Βουλής Ταλάτ Τζαφέρι, προκειμένου στη συνέχεια να δημοσιευθεί στην “Εφημερίδα της Κυβέρνησης” και να αποκτήσει τυπική ισχύ στο εσωτερικό της χώρας. Η διάταξη του άρθρου 75 είναι σαφής και δεν επιδέχεται παρερμηνείες και ως εκ τούτων σε καμία περίπτωση δεν αρκεί μόνο η υπογραφή του Προέδρου της Βουλής, όπως ο ίδιος είχε δηλώσει πριν μερικούς μήνες, αναφέροντας ότι «Ο Ιβάνοφ έχει τη συνταγματική υποχρέωση να υπογράψει. Όταν εγκριθούν οι συνταγματικές τροποποιήσεις, θα υπογράψω μόνο ο ίδιος τον νόμο και θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Η δήλωση αυτή πραγματοποιήθηκε, λόγω της άρνησης του Προέδρου Ιβάνοφ, να υπογράψει το διάταγμα του νόμου που επικύρωσε τη Συμφωνία των Πρεσπών, τόσο κατά την πρώτη ψηφοφορία τον Ιούνιο 2018, όσο και κατά τη δεύτερη μετά την αναπομπή τον Ιούλιο 2018. Σημειωτέον ότι ο Προέδρος των Σκοπίων αρνήθηκε να υπογράψει επικαλούμενος ότι δεν είχε τηρηθεί η συνταγματική νομιμότητα για τη σύναψη διεθνούς συμβάσεως βάσει των διατάξεων 118 και 119 του Συντάγματος, -παρατίθενται ανωτέρω- .
Το ιδιαίτερα σοβαρό αυτό πρόβλημα, της αδυναμίας σύννομης δημοσιεύσεως του νόμου κυρώσεως της Συμφωνίας των Πρεσπών, είχε επισημάνει και ο ίδιος ο Υπουργός Εξωτερικών Ν. Δημητρόφ κατά τη διάρκεια της τρίτης διαβούλευσης για τις συνταγματικές αλλαγές στις αρχές Δεκεμβρίου στην Ακαδημία Επιστημών και Τεχνών στα Σκόπια, ο οποίος είχε προτείνει να υπάρξει συνταγματική αναθεώρηση και του άρθρου του Συντάγματος που προβλέπει, ότι για τη δημοσίευση νόμου στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης απαιτείται η υπογραφή του Προέδρου της Δημοκρατίας, κατά τέτοιον τρόπο, ώστε αν ο Πρόεδρος δεν υπογράψει νόμο που έχει ψηφισθεί μετά από αναπομπή και ψήφιση από την πλειοψηφία του συνόλου των Βουλευτών, τότε ο νόμος αυτός θα δημοσιεύεται αυτομάτως στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Σχετικές δηλώσεις του είχαν δημοσιευθεί από το πρακτορείο «ΜΙΑ», όπου ο κ. Δημητρόφ είχε δηλώσει τα εξής: «Εδώ υπάρχει μία ακόμα πρόταση που δεν αφορά τη Συμφωνία των Πρεσπών. Πιστεύω ότι οι συντάκτες του Συντάγματος ποτέ δεν προέβλεψαν ότι η “Μακεδονία” θα έχει κάποτε Πρόεδρο που δεν θα τηρήσει την υποχρέωσή του να υπογράψει έναν νόμο που έχει περάσει από το Κοινοβούλιο δύο φορές. Αυτό το Σύνταγμα το αναφέρει ρητά, αλλά σήμερα έχουμε στη “Μακεδονία” μία τέτοια κατάσταση. Ο νόμος κύρωσης της Συμφωνίας με την Ελλάδα πέρασε δύο φορές, αλλά δεν έχει υπογραφεί και δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ίσως πρέπει να υπάρξει μία πρόβλεψη για αυτό, που να λέει, ότι ο νόμος θεωρείται υπογεγραμμένος από τον Πρόεδρο, όταν περάσει από τη δεύτερη ψηφοφορία».
Μάλιστα, κατά τη διαρκεια της ίδιας συνεδρίασης ο Ακαδημαϊκός Βλαντ Κάμποφσκι που συμμετείχε στη διαβούλευση είχε επισημάνει, ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν έχει τεθεί τυπικά σε ισχύ, επειδή ο Πρόεδρος των Σκοπίων αρνείται να υπογράψει τον σχετικό νόμο και πρότεινε στον Συνταγματικό Νόμο που θα ψηφιστεί να περιληφθεί ειδική διάταξη, που να αναφέρει, ότι αυτή η Συμφωνία τίθεται σε ισχύ με την υπογραφή του Προέδρου της Βουλής. Προκειμένου να ξεπερασθεί αυτό το κώλυμα σχετικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών, άλλος καθηγητής, ο Σβέτομιρ Σκάριτς, είχε προτείνει στη διαδικασία της αναθεώρησης του Συντάγματος μια ακόμη τροπολογία που θα αφορούσε την ίδια τη Συμφωνία των Πρεσπών και θα ανέφερε ότι η «Συμφωνία, όπως είναι διατυπωμένη και με όλα τα στοιχεία της, αποτελεί συστατικό στοιχείο της συνταγματικής τάξης της “Δημοκρατίας της Μακεδονίας”», καθιστώντας έτσι τη Συμφωνία μέρος του συνταγματικού ή του νομικού συστήματος.
Αξίζει στο παρόν σημείο να υπομνησθεί, ότι ο Πρόεδρος των Σκοπίων, Ιβάνοφ, τον Μάρτιο του 2018, δεν είχε υπογράψει και έτερο διάταγμα, για το νομοσχέδιο που ψήφισε η Βουλή, το οποίο προβλέπει τη διεύρυνση της χρήσης της αλβανικής γλώσσας στη χώρα, διότι, όπως είχε αναφέρει στο διάγγελμά του, αφενός δεν τηρήθηκαν οι κανονισμοί της Βουλής και αφετέρου λόγω της αντίθεσής του με τις διατάξεις του Συντάγματος της ΠΓΔΜ.
Ηδη στη γειτονική χώρα με αφορμή δύο ανώνυμες καταγγελίες τον περασμένο Οκτώβριο η Εισαγγελία Πρωτοδικών των Σκοπίων ξεκίνησε προκαταρκτική έρευνα σχετικά με τη μη υπογραφή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Γκιόργκι Ιβάνοφ, των προεδρικών διαταγμάτων δύο νόμων: του νόμου για τη χρήση των γλωσσών και του νόμου κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών, με την αιτιολογία ότι η μη υπογραφή των δύο διαταγμάτων από τη μεριά του Προέδρου της χώρας, δεν έχει επιτρέψει τη δημοσίευση των δύο παραπάνω νόμων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των Σκοπίων.
Κατά συνέπεια, μέχρι στιγμής υφίσταται εκκρεμότητα, η οποία θα εκλείψει είτε όταν ο Πρόεδρος Ιβάνοφ θέσει οικειοθελώς την υπογραφή του – σημειωτέον δεν τίθεται κάποιος χρονικός περιορισμός στο Σύνταγμα των Σκοπίων – είτε με την εκλογή νέου Προέδρου των Σκοπίων τον ερχόμενο Απρίλιο και εφόσον αυτός υπογράψει, είτε όταν εξασφαλιστεί η υπογραφή του Προέδρου Ιβάνοφ κατόπιν νομικής διαδικασίας.
Εν κατακλείδι, η έλλειψη σύννομης δημοσίευσης του διατάγματος του νόμου που επικύρωσε τη Συμφωνία των Πρεσπών τον Ιούλιο του 2018, ως τελικό στάδιο των εσωτερικών νομικών διαδικασιών που προβλέπει η Σύμβαση των Πρεσπών, η οποία εξασφαλίζεται αποκλειστικά και μόνο με την ολοκλήρωση των συνταγματικά προβλεπομένων νομικών διαδικασιών εκ μέρους των Σκοπίων - υπογραφή του διατάγματος νόμου από τον Πρόεδρο Ιβάνοφ και δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως - δεν επιτρέπει να εισέλθει στην ελληνική Βουλή η Συμφωνία των Πρεσπών προς κύρωση.
* Η Αριάδνη Νούκα είναι Δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια