Η καταγωγή και το νόημα του εθίμου της βασιλόπιτας
Το 362 ο αυτοκράτορας Ιουλιανός κήρυξε
τον πόλεμο στην Περσία
και πέρασε με τον στρατό του από την Καισάρεια. Τότε διέταξε να φορολογήσουν όλη την επαρχία και τα
χρήματα αυτά θα τα έπαιρνε επιστρέφοντας για την Κωνσταντινούπολη. Ετσι, οι
κάτοικοι αναγκάστηκαν να
δώσουν ό,τι είχε ο καθένας χρυσαφικά, νομίσματα κ.λπ. Όμως ο Ιουλιανός σκοτώθηκε άδοξα σε
μια μάχη στον πόλεμο με τους Πέρσες. Τότε ο Αγιος Βασίλειος έδωσε εντολή και
από τα μαζεμένα χρυσαφικά τα μισά να δοθούν στους φτωχούς, ένα μικρό μέρος
κράτησε για τις ανάγκες των ιδρυμάτων της Βασιλειάδας, και τα
υπόλοιπα τα μοίρασε στους κατοίκους με έναν πρωτότυπο τρόπο: Έδωσε εντολή να ζυμώσουν ψωμιά και σε
κάθε ψωμί, έβαλε από ένα νόμισμα ή χρυσαφικό μέσα, κατόπιν τα μοίρασε στα
σπίτια. Έτσι, τρώγοντας οι κάτοικοι
τα ψωμιά, όλο και
κάτι έβρισκαν μέσα. Έτσι, γεννήθηκε το έθιμο της πίτας που ονομάσθηκε
βασιλόπιτα.
Βασιλόπιτα σημαίνει να μοιραζόμαστε. Όλοι ανεξαιρέτως.
- «Ποιος είναι πλεονέκτης; Όποιος δεν περιορίζεται στα απαραίτητα.
Ποιος άρπαγας; Εκείνος που αφαιρεί
την περιουσία των άλλων.
Εσύ δεν είσαι πλεονέκτης; Δεν είσαι
άρπαγας; Δεν κρατάς για τον εαυτό σου όσα σου δόθηκαν για να τα διαχειρισθείς
προς όφελος όλων; Αυτός που γδύνει τον ντυμένο θα ονομαστεί λωποδύτης
αλλά αυτός που δεν ντύνει τον γυμνό μήπως δεν αξίζει αυτή την ονομασία;
Το ψωμί που αποθηκεύεις είναι του
πεινασμένου, τα ρούχα που συσσωρεύεις είναι του γυμνού, τα παπούτσια που τα
‘χεις και σαπίζουν είναι του ξυπόλυτου, τα λεφτά που θάβεις, για να μη στα
κλέψουν, είναι του φτωχού. Είναι τόσοι αυτοί που αδικείς όσοι αυτοί που θα
μπορούσες να βοηθήσεις».
Μεγάλου Βασιλείου, Προς
τους πλουτούντας
-«Λοιπὸν μὴν ἰσχυριστεῖς ποτὲ ὅτι “τὰ δικά μου ξοδεύω καὶ μὲ τὴν περιουσία μου διασκεδάζω”. Δὲν διασκεδάζεις μὲ τὴν περιουσία σου, ἀλλὰ μὲ ἀγαθὰ ποὺ ἀνήκουν στοὺς ἄλλους. Λέω ὅτι ἀνήκουν στοὺς ἄλλους, ἐπειδὴ σὺ θέλεις νὰ στερηθεῖς τὴν ὠφέλεια ποὺ μποροῦσες νὰ ἔχεις ἀπὸ τὴν καλὴ χρήση τους. Ἐπειδή, κατὰ βάθος, δικά σου θέλει ὁ Θεὸς νὰ εἶναι τὰ ἀγαθὰ ποὺ σοῦ ἐμπιστεύθηκε γιὰ λογαριασμὸ τῶν ἀδελφῶν σου. Γίνονται πραγματικὰ δικά σου τὰ ξένα, ἂν τὰ ξοδέψεις χάριν τῶν ἄλλων. Ἄν, ἀντίθετα, τὰ ξοδέψεις ἀλύπητα χάριν τοῦ ἑαυτοῦ σου, τότε ἀποξενώνεσαι ἀπὸ τὰ δικά σου.
…Κοινὰ εἶναι,
δικά σου καὶ τοῦ συνανθρώπου σου, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι κοινὸς ὁ ἥλιος καὶ ὁ ἀέρας καὶ ἡ γῆ καὶ ὅλα τὰ ἄλλα φυσικὰ ἀγαθά».
Ιωάννης Χρυσόστομος
-"Ἀργόσχολη καὶ πλεονεκτικὴ εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ τοκιστῆ. Δὲ γνωρίζει αὐτὸς τοὺς κόπους τῆς γεωργίας οὔτε τὴν ἐφευρετικότητα τοῦ ἐμπορίου. Ἀντίθετα, ὁ τοκιστὴς κάθεται στὸν ἴδιο πάντοτε τόπο, μέσα στὸ σπίτι του, και μεγαλώνει τὰ θρεφτάρια τῆς κερδοσκοπίας.
Ἄσπαρτα
κι ἀκαλλιέργητα θέλει τὰ πάντα γι’ αὐτὸν νὰ
φυτρώνουν.
Γι’ ἀλέτρι ἔχει τὴν πέννα. Γιὰ χωράφι,
τὸ χαρτί. Γιὰ σπόρο, τὸ μελάνι. Γιὰ βροχή, τὸν χρόνο,
ποὺ τοῦ πολλαπλασιάζει ἀθόρυβα τοὺς τόκους τῶν
χρημάτων. Δρεπάνι του εἶναι ἡ
δικαστικὴ ἀπαίτηση τοῦ χρέους, ἁλώνι, τὸ σπίτι
του, ὅπου
λιανίζει τὶς περιουσίες τῶν ἀναγκεμένων ἀνθρώπων.
Ὁλωνῶν τ’ ἀγαθὰ τὰ βλέπει δικά του. Εὔχεται
στοὺς ἀνθρώπους ἀνάγκες καὶ συμφορές, γιὰ νὰ τρέξουν ὑποχρεωτικὰ νὰ
δανειστοῦν ἀπ’ αὐτόν. Μισεῖ τοὺς αὐτάρκεις
καὶ ὅσους δὲν ἔχουν
δανειστεῖ ἀπ’ αὐτόν τοὺς θεωρεῖ ἐχθρούς
του.
Συχνάζει στὰ
δικαστήρια, γιὰ ν’ ἀνακαλύψει
κάποιον ποὺ τὸν πιέζουν οἱ δανειστὲς καὶ ἀκολουθεῖ τοὺς
φοροεισπράκτορες, ὅπως τὰ κοράκια τοὺς στρατοὺς ποὺ διεξάγουν πόλεμο.
Κουβαλάει παντοῦ τὸ κομπόδεμα καὶ σὰν δόλωμα
τὸ δείχνει σ’ ἐκείνους ποὺ τοὺς πνίγει
ἡ ἀνάγκη, ὥστε, ἀνοίγοντας
γι’ αὐτὸ τὸ στόμα,
νὰ καταπιοῦν μαζὶ μ’ αὐτὸ καὶ τὸ ἀγκίστρι
τοῦ τόκου".
Γρηγορίου Νύσσης, Κατά τοκιζόντων
Δεν υπάρχουν σχόλια