«ΜΝΗΜΗ ΒΑΣΙΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΙΔΗ»
«ΜΝΗΜΗ ΒΑΣΙΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΙΔΗ»
συμπληρώνονται 61 από το θάνατο του ηθοποιού Βασίλη Λογοθετίδη, που έφυγε από τη ζωή στις 20 Φεβρουαρίου 1960 και σε ηλικία εξήντα ετών (κατά μία άποψη που τον φέρει να είχε γεννηθεί το 1900, μολονότι άλλες πηγές προσδιορίζουν νωρίτερα τη γέννησή του, το πιο πιθανό το 1898, αν και αναφέρονται κατά καιρούς και άλλες χρονολογίες).
Το
βέβαιο είναι πως (στην περίπτωση που η χρονολογία γέννησης είναι το
1900) συμπληρώνονται φέτος αφενός εξήντα ολόκληρα χρόνια από το θάνατό
του και αφετέρου εκατόν είκοσι χρόνια από τη γέννησή του, ένας λόγος
παραπάνω δηλαδή για μια τιμητική αναφορά στο όνομά του, με τρόπο πάντοτε
σεμνό. Διότι ο Βασίλης Λογοθετίδης, παρά την αξία του, ήταν και ο ίδιος
σεμνός, όπως μαρτυρούν οι στενοί του συνεργάτες και εν προκειμένω (σε
σχετικό κείμενό του) ο Γιώργος Τζαβέλλας.
Οι κινηματογραφικές του ταινίες (αν και λιγότερες από δέκα στον αριθμό, μόλις εννιά) αρκούνε, για να μας αποδείξουνε το μέγεθος της αξίας του: Η τελευταία του ταινία, «Ένας ήρως με παντούφλες». Το «Δεσποινίς ετών 39», όπου νομίζει τραγικά ότι ελέγχει τα πάντα, αλλά τελικά δεν ελέγχει τίποτα. Το πρώτο σκετς της σπονδυλωτής «Κάλπικης Λίρας», το οποίο, όπως έχει γραφτεί, θυμίζει Τσάπλιν. Η κορυφαία του, ίσως, κινηματογραφική στιγμή, ο κλασικός σατιρικός εφιάλτης του 1948, «Οι Γερμανοί Ξανάρχονται», ένα φιλμ που σώθηκε από την καταστροφή, χάρη σε μια κόπια, που είχε στείλει ως δώρο ο Φίνος σε συνεργάτη του στην Αυστραλία.
Κρίμα που ταινίες, όπως ο «Κακός Δρόμος» (ελληνοτουρκική παραγωγή του 1933) ή «Η Μαντάμ Σουσού» του Μουζενίδη (αμφότερες με τον Λογοθετίδη, εκτός των άλλων, στο πρωταγωνιστικό καστ) έχουν χαθεί, ίσως και για πάντα. Ωστόσο, το ανωτέρω υλικό κινηματογραφικής αθανασίας επιβεβαιώνει δύο βασικά πράγματα:
α) Το ότι ο Βασίλης Λογοθετίδης ενέπνευσε τους θεατρικούς συγγραφείς, πλάθοντας έναν ιδανικό τύπου ανθρωπάκου και ταλαιπωρημένου Έλληνα, πάνω στον οποίο εμπνεύστηκαν τα έργα τους κυρίως οι Σακελλάριος-Γιαννακόπουλος, αλλά όχι μόνο (επίσης ο Ψαθάς, ο Τζαβέλλας και πολλοί άλλοι). Και αυτό πρώτος πάντοτε το παραδεχόταν και το διατύπωνε ρητά ο ίδιος ο Αλέκος Σακελλάριος.
Απόδειξη το ότι δημοφιλείς κινηματογραφικές ταινίες, με πρωταγωνιστές όπως ο Χατζηχρήστος («Ο Ηλίας του 16ου»), ο Ευθυμίου («Ένας βλάκας και μισός»), ο Κωνσταντίνου («Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα»), ο Ηλιόπουλος («Θανασάκης ο Πολιτευόμενος») και πολλά άλλα έργα, βασίστηκαν σε θεατρικές επιτυχίες που γράφτηκαν για τον ίδιο τον Λογοθετίδη ή που έπαιξε ο Λογοθετίδης. Το ίδιο ισχύει και για ταινίες, όπως το «Μια ζωή την έχουμε». Πρόκειται για τύπους έργων, οι οποίοι βασίστηκαν πάνω στο φαινόμενο «Λογοθετίδης». Εκεί ακριβώς βασίστηκε η επιτυχία όλων όσοι κέρδισαν κατόπιν τους συγκεκριμένους ρόλους (για διαφορετικούς λόγους ο καθένας τους).
β) Η λαοφιλία του Βασίλη Λογοθετίδη (στο θέατρο και τον κινηματογράφο) και η αγάπη του κόσμου προς το πρόσωπό του, αποδείχτηκαν, στην πράξη, την ημέρα της κηδείας του.
Η τότε προσέλευση του κόσμου, στην πλατεία της Μητροπόλεως και κατόπιν στο Πρώτο Νεκροταφείο, περιγράφεται (διασταυρωμένα από πολλές πηγές και μαρτυρίες) ως μία μοναδική και ανεπανάληπτη κοσμοσυρροή, η οποία προέκυψε φυσικά και αβίαστα και που έμεινε κυριολεκτικά στα χρονικά ως κάτι που δεν έχει ζήσει ξανά ποτέ της η πρωτεύουσα και συμβολικά, κατ’ επέκταση, ολόκληρη η χώρα.
Τελικά όντως ήταν μεγάλος ηθοποιός αυτός ο ήρεμος Κλόουν-Καραγκιόζης…
Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ FACE BOOK
Οι κινηματογραφικές του ταινίες (αν και λιγότερες από δέκα στον αριθμό, μόλις εννιά) αρκούνε, για να μας αποδείξουνε το μέγεθος της αξίας του: Η τελευταία του ταινία, «Ένας ήρως με παντούφλες». Το «Δεσποινίς ετών 39», όπου νομίζει τραγικά ότι ελέγχει τα πάντα, αλλά τελικά δεν ελέγχει τίποτα. Το πρώτο σκετς της σπονδυλωτής «Κάλπικης Λίρας», το οποίο, όπως έχει γραφτεί, θυμίζει Τσάπλιν. Η κορυφαία του, ίσως, κινηματογραφική στιγμή, ο κλασικός σατιρικός εφιάλτης του 1948, «Οι Γερμανοί Ξανάρχονται», ένα φιλμ που σώθηκε από την καταστροφή, χάρη σε μια κόπια, που είχε στείλει ως δώρο ο Φίνος σε συνεργάτη του στην Αυστραλία.
Κρίμα που ταινίες, όπως ο «Κακός Δρόμος» (ελληνοτουρκική παραγωγή του 1933) ή «Η Μαντάμ Σουσού» του Μουζενίδη (αμφότερες με τον Λογοθετίδη, εκτός των άλλων, στο πρωταγωνιστικό καστ) έχουν χαθεί, ίσως και για πάντα. Ωστόσο, το ανωτέρω υλικό κινηματογραφικής αθανασίας επιβεβαιώνει δύο βασικά πράγματα:
α) Το ότι ο Βασίλης Λογοθετίδης ενέπνευσε τους θεατρικούς συγγραφείς, πλάθοντας έναν ιδανικό τύπου ανθρωπάκου και ταλαιπωρημένου Έλληνα, πάνω στον οποίο εμπνεύστηκαν τα έργα τους κυρίως οι Σακελλάριος-Γιαννακόπουλος, αλλά όχι μόνο (επίσης ο Ψαθάς, ο Τζαβέλλας και πολλοί άλλοι). Και αυτό πρώτος πάντοτε το παραδεχόταν και το διατύπωνε ρητά ο ίδιος ο Αλέκος Σακελλάριος.
Απόδειξη το ότι δημοφιλείς κινηματογραφικές ταινίες, με πρωταγωνιστές όπως ο Χατζηχρήστος («Ο Ηλίας του 16ου»), ο Ευθυμίου («Ένας βλάκας και μισός»), ο Κωνσταντίνου («Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα»), ο Ηλιόπουλος («Θανασάκης ο Πολιτευόμενος») και πολλά άλλα έργα, βασίστηκαν σε θεατρικές επιτυχίες που γράφτηκαν για τον ίδιο τον Λογοθετίδη ή που έπαιξε ο Λογοθετίδης. Το ίδιο ισχύει και για ταινίες, όπως το «Μια ζωή την έχουμε». Πρόκειται για τύπους έργων, οι οποίοι βασίστηκαν πάνω στο φαινόμενο «Λογοθετίδης». Εκεί ακριβώς βασίστηκε η επιτυχία όλων όσοι κέρδισαν κατόπιν τους συγκεκριμένους ρόλους (για διαφορετικούς λόγους ο καθένας τους).
β) Η λαοφιλία του Βασίλη Λογοθετίδη (στο θέατρο και τον κινηματογράφο) και η αγάπη του κόσμου προς το πρόσωπό του, αποδείχτηκαν, στην πράξη, την ημέρα της κηδείας του.
Η τότε προσέλευση του κόσμου, στην πλατεία της Μητροπόλεως και κατόπιν στο Πρώτο Νεκροταφείο, περιγράφεται (διασταυρωμένα από πολλές πηγές και μαρτυρίες) ως μία μοναδική και ανεπανάληπτη κοσμοσυρροή, η οποία προέκυψε φυσικά και αβίαστα και που έμεινε κυριολεκτικά στα χρονικά ως κάτι που δεν έχει ζήσει ξανά ποτέ της η πρωτεύουσα και συμβολικά, κατ’ επέκταση, ολόκληρη η χώρα.
Τελικά όντως ήταν μεγάλος ηθοποιός αυτός ο ήρεμος Κλόουν-Καραγκιόζης…
Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ FACE BOOK
Δεν υπάρχουν σχόλια