Ο «Μαύρος Θάνατος» – Συνέπειες της πανδημίας στην οικονομία του Ύστερου Μεσαίωνα
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ 2022
Το τέλος της περιόδου του Μεσαίωνα ( από τα 1300 έως τα τέλη του 15ου αιώνα περίπου), έχει χαρακτηριστεί από πολλούς μελετητές ως «εποχή πείνας». Θεομηνίες με τρομερή ένταση και έκταση, “χτυπούσαν” ολόκληρη τη δυτική Ευρώπη. Η εξαθλίωση αρχικά επικράτησε επειδή η γεωργία δεν απέδιδε εξαιτίας της εξάντλησης φυσικών πόρων, άσχημων καιρικών συνθηκών και κατακλυσμών. Ως αποκορύφωμα όλων των θεομηνιών της εποχής, εμφανίστηκε η πανώλη. Ο «Μαύρος Θάνατος» που σκόρπισε βαρύ φόρο θανάτου σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη. Εάν η εικόνα της Παναγίας αποτελούσε το σύμβολο του Μεσαίωνα, η αποτρόπαια μορφή της νεκροκεφαλής και του θανάτου ήταν αυτή που επικράτησε στον Ύστερο Μεσαίωνα.
Ο συνδυασμός βουβωνικής και πνευμονικής πανώλης, σάρωσε την Ευρώπη από το 1347 μέχρι το 1350 και επανεμφανίστηκε κατά περιοδικά χρονικά διαστήματα τα επόμενα εκατό χρόνια. Η θεομηνία αυτή έχει συγκριθεί όσον αφορά στους θανάτους και στη φρίκη που προκάλεσε με τους δύο παγκόσμιους πολέμους του 20ου αιώνα. Τα κλινικά συμπτώματα της πανώλης ήταν αποκρουστικά: μετά τη μόλυνση της βουβωνικής περιοχής από τσίμπημα ψύλλου, ο ασθενής εμφάνιζε τεράστια πρηξίματα στους βουβώνες ή στις μασχάλες. Εμφανίζονταν επίσης μαύρες κηλίδες στα χέρια και στα πόδια και ακολουθούσε διάρροια. Το θύμα πέθαινε μεταξύ της τρίτης και πέμπτης ημέρας από τη μόλυνση. Εάν η μόλυνση δε, είχε πνευμονική μορφή, είχε επέλθει δηλαδή από εισπνοή, επακολουθούσαν αιμοπτύσεις αντί πρηξιμάτων και ο θάνατος ήταν το επακόλουθο μέσα σε τρείς ημέρες. Καράβια με πληρώματα νεκρών πλανιόντουσαν στις θάλασσες.
Αν και οι διαδοχικές επιδημίες, άφησαν κάποιες περιοχές απρόσβλητες, οι συνολικές δημογραφικές επιπτώσεις ήταν καταστροφικές. Αρχικά, η πανώλη προκάλεσε μεγάλα δεινά στους περισσότερους από όσους επέζησαν από αυτή την πανδημία. Πανικοβλημένοι άνθρωποι αγωνιούσαν να αποφύγουν τη μόλυνση, πολλοί εγκατέλειπαν τις εργασίες τους αναζητώντας την απομόνωση. Οι κάτοικοι των πόλεων , έφευγαν στην ύπαιθρο και οι κάτοικοι της υπαίθρου έφευγαν ο ένας μακριά από τον άλλο. Ακόμα και ο πάπας είχε απομονωθεί στο εσωτερικό του ανάκτορο, και δεν επέτρεπε σε κανέναν την είσοδο εκεί. Πάρα πολλοί εργαζόμενοι είχαν πεθάνει και άλλοι εγκατέλειψαν τις δουλειές τους με αποτέλεσμα να σαπίζουν οι σοδειές στα χωράφια, να διαταραχθεί το εμπόριο και να εγκαταλειφθούν οι μεταφορές. Κατά συνέπεια, τα βασικά αγαθά γίνονταν όλο και πιο σπάνια ενώ οι τιμές ανέβαιναν. Για τους λόγους αυτούς, οι εκατόμβες της πανώλης, ενέτειναν σε μεγάλο βαθμό την οικονομική κρίση της Ευρώπης.
Οι οικονομικές συνέπειες του «Μαύρου Θανάτου»
Αγροτική εξειδίκευση
Παρόλα αυτά, ύστερα από το 1400 περίπου, η νέα δημογραφική πραγματικότητα άρχισε να επηρεάζει και να αντιστρέφει την πορεία των τιμών και να μεταβάλλει έτσι θετικά την οικονομία. Ειδικότερα, οι τιμές βασικών αγαθών άρχισαν να πέφτουν καθώς η παραγωγή επέστρεφε στα κανονικά επίπεδα και υπήρχαν λιγότερα στόματα να τραφούν λόγω της μεγάλης θνησιμότητας. Οι επανεμφανίσεις της πανώλης και άλλων θεομηνιών πολλές φορές προκαλούσαν έντονες διακυμάνσεις αλλά οι μέσες τιμές των βασικών αγαθών μειώθηκαν ή έμειναν σταθερές κατά το μεγαλύτερο μέρος του 15ου αιώνα. Αυτή η τάση οδήγησε σε νέες αγροτικές εξειδικεύσεις: εφόσον τα δημητριακά ήταν φθηνότερα, οι άνθρωποι μπορούσαν να ξοδεύουν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους για συγκριτικά πολυτελή προϊόντα όπως: γαλακτοκομικά, κρέας και κρασί. Μέχρι τότε, οι γεωργοί ολόκληρης της Ευρώπης ήταν συγκεντρωμένη στην παραγωγή δημητριακών αφού το ψωμί αποτελούσε το βασικό είδος τροφής.
Πλέον η οικονομική πραγματικότητα άλλαζε θεαματικά : ήταν πιο συμφέρουσα,- ιδιαίτερα σε περιοχές με άγονο έδαφος ή με ακατάλληλο κλίμα-, η στροφή σε εξειδικευμένα προϊόντα. Ανάλογα με τις κατά τόπους συνθήκες , η γη άρχισε να χρησιμοποιείται πιο συστηματικά για κτηνοτροφικούς σκοπούς και συγκεκριμένα για την παραγωγή γαλακτοκομικών αγαθών καθώς και για την παραγωγή σταφυλιών για την παρασκευή κρασιού ή κριθαριού για μπίρα. Το αποτέλεσμα ήταν η εμφάνιση ειδικευμένων οικονομιών κατά περιοχές: σε πόλεις της Αγγλίας, προσανατολίστηκαν στην εκτροφή προβάτων ή στην παραγωγή μπίρας, στη Γαλλία εξειδικεύθηκαν στην οινοπαραγωγή ενώ η Σουηδία αντάλλασσε βούτυρο με φτηνό γερμανικό σιτάρι. Οι περισσότερες περιοχές της Ευρώπης στράφηκαν σε ό,τι απέδιδε περισσότερο και η ανταλλαγή βασικών αγαθών μέσω αποστάσεων δημιούργησε μια νέα εμπορική ισορροπία.
Ανάπτυξη προηγμένων επιχειρηματικών και οικονομικών μεθόδων
Οι μεταβαλλόμενες συνθήκες συνετέλεσαν επίσης στην ανάπτυξη επιτηδευμένων επιχειρηματικών, λογιστικών και τραπεζικών μεθόδων. Επειδή οι μεγάλες διακυμάνσεις των τιμών καθιστούσαν επισφαλείς τις επενδύσεις, δημιουργήθηκαν νέες μορφές συνεταιρισμού για να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι. Αυτή την περίοδο επίσης, εμφανίστηκαν οι ασφαλιστικές εταιρείες για να καλύπτουν ένα μέρος των κινδύνων της ναυσιπλοΐας. Επιπλέον, έκανε την εμφάνισή της μια χρήσιμη λογιστική μέθοδος στην Ευρώπη, αυτή της διπλογραφικής ενημέρωσης βιβλίων.
Εφαρμόστηκε πρώτα στην Ιταλία στα μέσα του 14ου αιώνα και στη συνέχεια επεκτάθηκε γρήγορα και σε άλλες περιοχές. Το σύστημα αυτό, επέτρεψε τη γρήγορη ανακάλυψη υπολογιστικών λαθών και την άμεση, καθολική εικόνα κερδών και ζημιών. Η τραπεζική εργασία ήταν ήδη διαδεδομένη από τα μέσα του 13ου αιώνα ωστόσο η οικονομική κρίση στα τέλη του Μεσαίωνα ευνόησε τις τράπεζες να αλλάξουν μερικές από τις μεθόδους τους. Σημαντικότατη ήταν η ανάπτυξη μεθόδων δημιουργίας τραπεζικών υποκαταστημάτων ιδιαίτερα από πλευράς του γνωστού οίκου των Μεδίκων της Φλωρεντίας. Κάποιες ιταλικές τράπεζες δε, πειραματίστηκαν με προηγμένες πιστωτικές μεθόδους. Κάποιες έφτασαν σε τέτοιο σημείο ώστε επέτρεπαν στους πελάτες τους να ανταλλάσσουν ποσά ο ένας με τον άλλον, χωρίς να δίνουν πραγματικά χρήματα. Τέτοιες «λογιστικές μεταβιβάσεις» εκτελούνταν αρχικά μόνο με προφορική εντολή αλλά γύρω στα 1400 άρχισαν να εκτελούνται με γραπτή βεβαίωση. Δικαίως συνεπώς αυτές οι μέθοδοι έχουν χαρακτηριστεί ως οι «προκάτοχες» της σύγχρονης επιταγής.
Αύξηση του πληθυσμού των αστικών κέντρων
Μία πιο μακροπρόθεσμη απόρροια της πανώλης, θεωρήθηκε η αύξηση του πληθυσμού και της σημασίας των πόλεων. Οι βιοτεχνίες των πόλεων μπορούσαν συνήθως να ανταποκριθούν πιο εύκολα από τους γαιοκτήμονες της υπαίθρου σε δραστικά μεταβαλλόμενες οικονομικές συνθήκες, λόγω του ότι οι παραγωγικές τους δυνατότητες ήταν ελαστικότερες. Όταν οι αγορές συρρικνώνονταν, οι βιοτέχνες μπορούσαν να κάνουν περικοπές στην προσφορά ευκολότερα, έτσι ώστε να ισοσταθμιστεί με τη ζήτηση. Επίσης, μπορούσαν να αυξήσουν την παραγωγή ευκολότερα όταν το απαιτούσαν οι συνθήκες. Κατά συνέπεια, οι επιχειρηματίες των πόλεων ξεπέρασαν την καταστροφή γρηγορότερα από τους αγρότες. Συχνά, εκμεταλλεύονταν τη μεγάλη δύναμή τους για να προσελκύσουν αγροτικά εργατικά χέρια με υψηλά ημερομίσθια. Με αυτό τον τρόπο η ισορροπία πληθυσμού υπαίθρου και πόλης διαταράχθηκε σχετικώς με αύξηση του πληθυσμού στα αστικά κέντρα.
1) Alfani, G., The effects of plague on the distribution of property: Ivrea, Northern Italy
2) 1630, Population Studies, A journal of Demography, Vol. 64, No. 1, 2010
3) Burns, E., Ευρωπαϊκή Ιστορία: Εισαγωγή στην Ιστορία και τον Πολιτισμό της νεότερης Ευρώπης, τόμος πρώτος, επιμέλεια- εισαγωγή Ι.Σ.Κολιόπουλος, εκδοτικός οίκος «Παρατηρητής», Θεσσαλονίκη.
4) Kitsikopoulos, H., The Impact of the Black Death on Peasant Economy in England, 1350-1500, Journal of Peasant Studies, Vol.29, No.2, 2002.
της Γιώτας Πιτσιάβα, ιστορικού
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια